Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ -Οικολογία ανησυχούν για το σχέδιο «ReArm Europe -Ετοιμότητα 2030», που θα εκτρέψει 800 δισ. ευρώ από τις κοινωνικές επενδύσεις και τις βιώσιμες πολιτικές προς τις στρατιωτικές δαπάνες, αναζητώντας την ασφάλεια και την τόνωση της οικονομίας μέσω των εξοπλισμών και όχι με βάση τη διπλωματία, την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων, την πολυμερή συνεργασία και την υπεράσπιση της κοινωνικής συνοχής, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας.

Προωθείται ένα τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα της ΕΕ, που συνοδεύεται από δάνεια ύψους 150 δισ. ευρώ από τον κοινοτικό προϋπολογισμό προς τα κράτη μέλη, καθώς και την «κινητοποίηση» άλλων 650 δισ. από ένα συνδυασμό εθνικών πόρων, δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), ιδιωτικών συμμετοχών, μοχλεύσεων κλπ.

Πριν από δεκαπέντε χρόνια, τα κοινωνικά δικαιώματα περικόπηκαν σε ολόκληρη την ΕΕ στο όνομα της λιτότητας. Τώρα, η μεταφορά κεφαλαίων από την πολιτική συνοχής θα εκτρέψει βασικούς πόρους από τις κοινωνικές επενδύσεις προς τις στρατιωτικές δαπάνες. Σε μια περίοδο που οι πολίτες αντιμετωπίζουν επείγουσες προκλήσεις, όπως η δημόσια εκπαίδευση, οι συντάξεις, η υγειονομική περίθαλψη ή η στέγαση, η περικοπή κονδυλίων που προορίζονται για την κοινωνική πολιτική, είναι απαράδεκτη η χρηματοδότηση των εξοπλισμών και της πολεμικής βιομηχανίας. Οι εξοπλισμοί θα εκτοξεύσουν τη φτώχεια και τις κοινωνικές ανισότητες, αφού οι περικοπές θα γίνουν ακόμα μεγαλύτερες.

Είναι σαφές ότι χρειάζεται μια συντονισμένη στρατηγική ασφάλειας και άμυνας στην Ευρώπη. Αυτό όμως δεν επιτυγχάνεται με την αύξηση των στρατιωτικών προϋπολογισμών, χωρίς μάλιστα να διασφαλίζεται αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και στρατηγική ευρωπαϊκή αυτονομία. Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και ο επανεξοπλισμός της ΕΕ δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα της διαλειτουργικότητας, αφήνοντας την Ευρώπη με 27 κατακερματισμένα αμυντικά συστήματα που δεν συνεργάζονται αποτελεσματικά. Αν η ΕΕ ήταν ένα ενιαίο κράτος, θα ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο από άποψη στρατιωτικών δαπανών. Χωρίς πραγματικό συντονισμό, η απλή αύξηση των δαπανών δεν θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή ασφάλεια αλλά θα σπαταλήσει πόρους και θα βαθύνει την αναποτελεσματικότητα.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο  ενέκρινε  ψήφισμα σχετικά με τη Λευκή Βίβλο για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας για να υπογραμμίσει και την υποστήριξη της ΕΕ στην Ουκρανία, προς την οποία δρομολογούνται επιπλέον «φρέσκα χρήματα», ύψους έως και 40 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Κάγια Κάλλας μίλησε για «το στενό περίβλημα των κανόνων για το έλλειμμα του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Αυτοί οι κανόνες έχουν αποδειχθεί ξεπερασμένοι, επίσης τα ευρωομόλογα δεν πρέπει να είναι πλέον ταμπού».

Είχε προηγηθεί η ψήφιση από τη γερμανική Κάτω Βουλή η συνταγματική μεταρρύθμιση, που επιτρέπει τη αύξηση του ελλείμματος της χώρας και για εξοπλισμούς. Η οικονομία της Γερμανίας έχει επιβαρυνθεί από την πληρωμή για παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία και το τεράστιο κόστος του επανεξοπλισμού της ίδιας ενώ η γερμανική βιομηχανία έχει πληγεί από το αυξανόμενο ενεργειακό κόστος μετά τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Τώρα, με την αύξηση των δημοσίων δαπανών για εξοπλισμούς επιχειρείται και η τόνωση της οικονομίας της μέσω της προσέλκυσης αγορών για τις γερμανικές πολεμικές βιομηχανίες. Και ενώ ετοιμάζεται μια μετωπική επίθεση στο κράτος πρόνοιας, φαίνεται πως θα συνεχιστεί και η στρατιωτικοποίηση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής, που επηρεάζει όλη την ΕΕ.

Με τις επιλογές αυτές, η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ θα συνεχίσει να υποσκάπτεται υπέρ των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας -τώρα της πολεμικής- παρόλο που η αξιολόγηση του 2024 για τον κλιματικό κίνδυνο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ευρώπη είναι απροετοίμαστη για απειλές για την ενέργεια, την επισιτιστική ασφάλεια, τα οικοσυστήματα, το νερό, την υγεία και πολλά άλλα. Οι επιπτώσεις των εξοπλισμών και των πολέμων είναι καταστροφικές για το περιβάλλον και τις επόμενες γενιές. Πέρα από το ανθρωπιστικό κόστος και οικονομικό με τις κατεστραμμένες υποδομές οι επόμενες γενιές έχουν να αντιμετωπίσουν μια δηλητηριασμένη γη, νερό και αέρα. Έτσι θα συνεχιστεί η δέσμευση στους κλιματικούς στόχους του Παρισιού και την κλιματική ουδετερότητα ως το 2045;

Με τις νέες τεράστιες αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού «Made in Europe», είναι φανερή μια στροφή προς έναν ευρωπαϊκό μιλιταριστικό επανεξοπλισμό. Όμως, μια ισχυρότερη, αυτόνομη ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άμυνας δεν μπορεί παρά να βασίζεται στην ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων, στη διπλωματία, στην πολυμερή συνεργασία και στην υπεράσπιση της κοινωνικής συνοχής, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας. Επιπλέον, οι δαπάνες για την άμυνα και την ασφάλεια πρέπει να υπερβαίνουν τα όπλα και τα πυρομαχικά και να περιλαμβάνουν την κυβερνοασφάλεια, την ενεργειακή ανεξαρτησία και τις επενδύσεις σε ευρωπαϊκές υποδομές, όπως τις μεταφορές.

Βεβαίως, και η έκθεση Ντράγκι πρότεινε αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 500 δις ευρώ αλλά σε βάθος 10ετίας και η οποία να βασιστεί στην έκδοση ευρωομολόγων. Όμως ξεκαθάριζε ότι η στρατηγική αυτονομία και ασφάλεια της ΕΕ δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο σε οπλικά συστήματα. Σήμερα, όλες μαζί οι ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ ξοδεύουν 300 δις τον χρόνο σε στρατιωτικές δαπάνες, που είναι περίπου το 1/3 εκείνων των ΗΠΑ, το τριπλάσιο των ρωσικών και λίγο περισσότερες από αυτές της Κίνας. Η αποτυχία, λοιπόν, της στρατιωτικής αντιμετώπισης της εισβολής της Ρωσίας σε μια ανεξάρτητη χώρα επιβεβαιώνει την προηγούμενη αποτυχία της ΕΕ να εντάξει τη Ρωσία σε ένα κοινό σύστημα ασφάλειας.

Οι ΗΠΑ είχαν από καιρό σηματοδοτήσει τη βούλησή τους να απεμπλακούν από την ευρωπαϊκή «ομπρέλα προστασίας» για να στραφούν προς την αντιμετώπιση της Κίνας, η οποία στα επόμενα χρόνια θα την ξεπεράσει σε επίπεδο ΑΕΠ. Ο Τραμπ, σε προφανή συνεννόηση με τον Πούτιν, απλώς επιτάχυνε τη διαδικασία στη χειρότερη δυνατή στιγμή για την ΕΕ, οπισθοχωρώντας στην Ουκρανία, όπως οι ΗΠΑ είχαν κάνει στο Αφγανιστάν και πιο πριν στο Βιετνάμ. Οι δύο αυταρχικοί ηγέτες προωθούν τα συμφέροντα των χωρών τους σε βάρος της Ουκρανίας, είτε με πρακτικές βίας είτε με την εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων της.

Η ΕΕ επιμένει στην αντιμετώπιση της «ρωσικής απειλής» με τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής «οικονομίας πολέμου», παρόλο που ο Μακρόν είχε συστήσει τον Ιούνιο του 2022 «να μην ταπεινώσουν τη Ρωσία». Αφού διευκόλυναν την επέκταση του ΝΑΤΟ σε μια σειρά από χώρες παλαιότερης επιρροής της Μόσχας, απέρριψαν και κάθε προσπάθεια εξεύρεσης διπλωματικής λύσης, ακόμη και όταν οι αρχηγοί των επιτελείων των ΗΠΑ και της Ουκρανίας παραδέχθηκαν ότι αντιμετωπίζουν στρατιωτικό αδιέξοδο. Τώρα, με την αμφισβήτηση του ΝΑΤΟ και τους δασμούς που επιβάλλονται από την κυβέρνηση Τραμπ, η ΕΕ θα σηκώσει μόνη της το μέτωπο με τη Ρωσία;

Η αποσύνδεση της ΕΕ από το άρμα των ΗΠΑ δεν φαίνεται να είναι άμεση και επιθυμητή ούτε σημαίνει και εύκολη ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, με τη Ρωσία να παραχωρεί τα εδάφη που έχει καταλάβει υπό τον φόβο του ReArm Europe. Η ανάπτυξη ενός ισχυρού ευρωπαϊκού στρατιωτικού-βιομηχανικού συστήματος θα διαρκέσει αρκετά χρόνια. Με δεδομένες τις ελλείψεις τους, οι ευρωπαϊκές χώρες αγοράζουν όπλα κυρίως από τις ΗΠΑ: αυτές προμήθευσαν το 64% του στρατιωτικού εξοπλισμού των ευρωπαϊκών μελών του ΝΑΤΟ το 2019-2024, μια αύξηση 12% από την προηγούμενη πενταετία, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο SIPRI. Μόνο το 2024 οι αμυντικές δαπάνες των κρατών-μελών της ΕΕ έφθασαν (προσωρινά) τα 326 δις ευρώ, μια αύξηση σχεδόν 17% σε σύγκριση με το 2023.

Στο όνομα της στρατηγικής αυτονομίας η ΕΕ, χωρίς να είναι πολιτικά ενωμένη σε μια ομοσπονδία, προχωρά στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, με κύριους ωφελημένους τη Γερμανία και τη Γαλλία. Μεταξύ των πενταετιών 2012-16 και 2017-21, σύμφωνα με τα στοιχεία του SIPRI, οι εξαγωγές όπλων από τις ΗΠΑ (+14%, με αύξηση του παγκόσμιου μεριδίου τους από 32% σε 39%) και τη Γαλλία αυξήθηκαν ανησυχητικά, όπως και οι εισαγωγές σε χώρες της Ευρώπης (+19%), της Ανατολικής Ασίας (+20%) και της Ωκεανίας (+59%). Οι εξαγωγές όπλων προς τη Μέση Ανατολή παρέμειναν υψηλές. Και ο μιλιταρισμός ως τρόπος οικονομικής ανάπτυξης αυξάνει τον κίνδυνο παγκόσμιας σύγκρουσης, διακινδυνεύοντας και έναν πυρηνικό πόλεμο.

Οι εξαγωγές όπλων των ΗΠΑ την περίοδο 2017-21 υπερδιπλασιάστηκαν (108% περισσότερες) σε σχέση με αυτές του δεύτερου μεγαλύτερου εξαγωγέα, της Ρωσίας. Η Ρωσία, με το 19% των εξαγωγών μεγάλων όπλων την περίοδο 2017-21, είδε τις εξαγωγές της να μειώνονται κατά 26% μεταξύ 2012-16 και 2017-21. Αντίθετα, η Γαλλία, με το 11% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων το 2017-21, είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων, με αύξηση κατά 59% μεταξύ 2012-16 και 2017-21. Την περίοδο 2017-21 η Κίνα ήταν ο τέταρτος και η Γερμανία ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων.

Η Ελλάδα 
Η Ελλάδα είναι ο 50ος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο για την πενταετία 2017-21 ενώ οι εισαγωγές αυξάνονται συνεχώς τα τελευταία τρία χρόνια. Εθισμένη στη «διπλωματία των εξοπλισμών», την πενταετία 2017-21 έχει εισάγει στρατιωτικό εξοπλισμό από τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Ισραήλ, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Ρωσία.

Το 2023 η Ελλάδα δαπάνησε το 3,2% του ΑΕΠ της σε στρατιωτικές δαπάνες (περίπου 7,2 δισ. €), χάνοντας από την Πολωνία την παραδοσιακή 1η θέση στην Ε.Ε. (μ.ο. 1,7% του ΑΕΠ). Επίσης, συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με τα υψηλότερα ποσοστά στρατιωτικών δαπανών επί των συνολικών δημοσίων δαπανών με 6,6%. Παρόλα αυτά, με το επιχείρημα «οι επενδύσεις στην άμυνα είναι επενδύσεις στην κυριαρχία μας», πρόσφατα ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης παρουσίασε νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα, ύψους 25 δις ευρώ. Η κοινωνία εθίζεται, αφού η αντιπολίτευση σιωπά μπροστά στην πανάκριβη τακτική να εξασφαλιστεί -όχι η άμυνα της χώρας αλλά- η στήριξη άλλων χωρών στις εθνικές μας επιδιώξεις με προμήθεια οπλικών συστημάτων τους. Πόσο συμφέρει στους παραγωγούς όπλων μια αμυντική ενοποίηση που θα δίνει τέλος και στις διαφορές της Ελλάδας με την Τουρκία; Οι εξοπλισμοί είναι μια σημαντική αιτία που το κοινωνικό κράτος υποχωρεί και που έφτασε η χώρα στα όρια της χρεοκοπίας και τώρα αναβαθμίζεται -χωρίς «υπερβολές»- με τις δυνατότητες που δίνει η εφαρμογή της «ρήτρας διαφυγής» του σχεδίου ReArm Europe.

Οι «ανησυχίες» του ΕΛΙΑΜΕΠ είναι ότι: α) η μερίδα του λέοντος του σχεδίου ReArm Europe θα προέλθει από τους εθνικούς προϋπολογισμούς, με την πιθανότητα πρόσθετες αμυντικές δαπάνες να διατεθούν κατά κύριο λόγο για την κάλυψη δαπανών προσωπικού και β) το ότι δεν αντιμετωπίζεται πώς θα ανταποκριθούν οι (ήδη αποσταθεροποιημένες λόγω του δασμολογικού πολέμου) χρηματοπιστωτικές αγορές σε πιθανές αυξήσεις των επιπέδων χρέους στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Ήδη τα κράτη-μέλη της Νότιας ΕΕ έχουν εκφράσει τις αμφιβολίες τους σχετικά με το ενδεχόμενο να χρεωθούν περαιτέρω, κάτι που θα υπονομεύσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους τους.

Στο κλίμα αυτό, ο λαϊκισμός -κυρίως της ακροδεξιάς- βρίσκει εύφορο έδαφος, με καπηλεία ακόμη και των αντιπολεμικών συναισθημάτων. Ταυτόχρονα ενισχύεται από ευρήματα ερευνών σε 80 χώρες, όπως της World Values Survey, ότι στην Ελλάδα την τελευταία οκταετία μειώθηκε ραγδαία η εμπιστοσύνη σε θεσμούς όπως η Δικαιοσύνη ενώ μόλις ένας στους τρεις δηλώνει ότι εμπιστεύεται το Κοινοβούλιο και τα ΜΜΕ. Την ίδια στιγμή τριπλασιάστηκε το ποσοστό αποδοχής μίας στρατιωτικής κυβέρνησης (14.5%) ενώ διπλασιάστηκε η αποδοχή ενός παντοδύναμου κυβερνήτη που δεν θα λογοδοτεί σε Κοινοβούλιο (17.5%).

Η κοινωνική συνείδηση αλλάζει αρνητικά, ο παλιός κόσμος θρυμματίζεται και η πολιτική οικολογία οφείλει να υπερασπιστεί τις δημοκρατικές και ειρηνιστικές αξίες μιας ολόκληρης γενιάς.

Επικοινωνία: 6976448442